βουλκανισμός

βουλκανισμός
Μέθοδος κατεργασίας του καουτσούκ για τη βελτίωση των φυσικών και μηχανικών ιδιοτήτων του. Ο συνηθισμένος β. γίνεται με προσθήκη θείου 8-10% σε ακατέργαστο καουτσούκ και διακρίνεται σε θερμό β. (μείγμα καουτσούκ και Θείου θερμαίνονται για 3-4 ώρες στους 140°C) και ψυχρό β. (το καουτσούκ βυθίζεται σε διάλυμα χλωροθείου σε διθειάνθρακα). Το βουλκανισμένο καουτσούκ είναι λιγότερο ακόρεστο από το φυσικό, έχει μεγαλύτερο μοριακό βάρος και τα μόριά του, σε αντίθεση με αυτά του φυσικού, είναι τρισδιάστατα. Το καουτσούκ μπορεί να προσλάβει έως 50% του βάρους του θείο, αλλά ενώ η προσθήκη μικρών σχετικά ποσοτήτων βελτιώνει τις ιδιότητές του, ισχυρότερη θείωση δημιουργεί σκληρό, κερατοειδές προϊόν που μπορεί να υποστεί κατεργασία στον τόρνο και λέγεται εβονίτης.
* * *
ο
χημική διεργασία η οποία αποσκοπεί στη βελτίωση των φυσικών και μηχανικών ιδιοτήτων του καουτσούκ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα Ελληνικά ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. vulcanisation < (ρ.) vulcanize < λατ. Vulcanus, «ο θεός Ήφαιστος»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • βουλκανισμός — ο η επεξεργασία του καουτσούκ με θείο, ώστε να βελτιωθεί η ελαστικότητα και η στεγανότητά του …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εβονίτης — Υλικό που χρησιμοποιείται στην κατασκευή ποικίλων αντικειμένων και κυρίως στην επικάλυψη μεταλλικών επιφανειών, επειδή τις προστατεύει από τα οξέα (ιδιαίτερα από το υδροχλωρικό) και από άλλα χημικά αντιδραστήρια. Ο ε. δεν διαφέρει σε τίποτε από… …   Dictionary of Greek

  • ηφαιστείωση — η βουλκανισμός*. [ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. vulcanisation < ρ. vulcaniser < λατ. Vulcanus «Ήφαιστος»] …   Dictionary of Greek

  • θείωση ελαστικού κόμμεως — Βλ. λ. βουλκανισμός …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”